RODEO Piraeus

July 15 – September 25, 2021

JANUARY, FEBRUARY, MAY, JUNE, JULY, AUGUST, SEPTEMBER, OCTOBER, DECEMBER

Christodoulos Panayiotou

Scroll down for English

Ανάφη, 5 Ιουλίου 2021

Αγαπητή Σύλβια,

Έφτασα στις Κυκλάδες χθες βράδυ, αλλά δεν έχω τολμήσει μέχρι τώρα να αντικρίσω τη θάλασσα. Κρατώ τα παράθυρά και τα παντζούρια μου κλειστά, τις κουρτίνες τραβηγμένες. Δίνω χρόνο στον εαυτό μου πριν αφεθώ στη θέα. Όσο χρόνο χρειάζεται για να οργανώσω τις σκέψεις μου όπως σου υποσχέθηκα. Τότε και μόνο τότε σκοπεύω να παραδοθώ στα αλμυρά νερά του Αιγαίου, να χαθώ στον ορίζοντα. Ο ορίζοντας εδώ είναι μια παλλόμενη μηχανή τραγικών παρανοήσεων. Τα λευκά πέπλα θα παραμένουν για πάντα διπλωμένα. Η επιπολαιότητα του νικητή φέρνει τον θάνατο.

Θες να σκάψουμε πιο βαθιά απ’ όσο εγκρίνουν τα μάτια; Αν ναι, ας μη διστάσουμε να παραιτηθούμε από το νόημα. Το νόημα έχει την τάση να αποκαλύπτεται στο τέλος, παρά την επίμονη αντανακλαστική αντίδραση των ματιών να τιμωρούν ό,τι διαφέρει. Με την αυθυποβολή αυτής της συνθηκολόγησης γράφω σήμερα και έτσι σου ζητώ να με διαβάσεις. Με την ίδια συνθηκολόγηση συγκέντρωσα όλες αυτές τις παράταιρες ετερονομίες για τις δύο εκθέσεις που μου ζήτησες, για τις τρεις εκθέσεις που τελικά ετοίμασα.

Μου φαίνεται πως το θέατρο στα χρόνια της νεωτερικότητας μοιάζει με έναν χορό προς τη χειραφέτηση γύρω από την ασταθή κατακόρυφο ενός τρεμάμενου τοίχου. Αυτόν τον τοίχο ύψωσα στον Πειραιά ως κεντρική ιδέα της απάντησης στην πρόσκλησή σου, πολλαπλασιάζοντας έτσι τις δύο εκθέσεις σε τρεις, μεταφέροντας στον Πειραιά  την επιδερμίδα του τοίχου από την γκαλερί της  Οδού Μπόρντον. Επιστρέφω στο Λονδίνο μάρμαρα από την Ελλάδα. Κάποια ελληνικά, άλλα όχι. Η μεταφορά των μαρμάρων άλλωστε είναι ένας παλιός, αρρωστημένος κύκλος επιθυμίας και εκμετάλλευσης. Φέρνω επίσης τις πατίνες των τοίχων από τους δρόμους γύρω από το ατελιέ μου, που δεν έχουν τίποτα το ευγενές και που δεν προκαλούν πια καμία επιθυμία. Είναι απλώς σοβατίσματα, που η τεχνική τους χάθηκε στη λήθη της τοπικής αρχιτεκτονικής και των γοργά εναλλασσόμενων αισθητικών τάσεων της δεκαετίας του ’90. Μισήθηκαν τόσο πολύ που τους άξιζε να καταγραφούν. Μισήθηκαν τόσο έντονα που χρειάστηκε να τα μελετήσουμε με αρχαιολογική προσήλωση, ώστε να επανεφεύρουμε τις μεθόδους τους.

Υπάρχει, λοιπόν, ο «τέταρτος τοίχος» που έσβησαν οι νατουραλιστές, οριστικά, κάποια στιγμή γύρω στα τέλη του 19ουαιώνα. Ο Ντιντερό βέβαια τον είχε ορίσει 1 καιρό πριν, αλλά πρώτος ο Αντρέ Αντουάν τον γκρέμισε, μεταφράζοντας τη ρήση του Ζολά περί «αυθεντικότητας» σε δόγμα επιστημονικής σχολαστικότητας. Από εκείνη τη στιγμή και πέρα, «τα πάντα έπρεπε να υπακούσουν». 2

Ο Ζολά είχε δίκιο πως η ρεαλιστική αισθητική του αστικού θεάτρου ήταν σκέτη ιδεολογία. Επέμενε πως αν επιθυμείς να είσαι «αυθεντικός», πρέπει να μετατρέψεις τη σκηνή σε ένα θραύσμα της πραγματικότητας, πέρα από την εμφατική αναπαράστασή της. Αυτή η διαπραγμάτευση με το «αυθεντικό» δεν μπορούσε παρά να συμπεριλάβει και τα σώματα των ηθοποιών, που εγκατέλειψαν τα ζωγραφισμένα σκηνικά και εισήλθαν ενθουσιωδώς σε πραγματικά περιβάλλοντα με την πλάτη τους στο κοινό. Ξαφνικά, η σκηνή μετατράπηκε σε ένα αχανές πεδίο προς εξερεύνηση.

Τότε, η πραγματικότητα, καθώς έπαψε να μεγεθύνεται, αναδημιουργήθηκε, μετατοπίστηκε, αναπαράχθηκε. Σκέφτομαι εκείνο το τραπέζι που σχεδίασε ο Μουνκ για τους Βρικόλακες του Ίψεν στο Ντόιτσες Τεάτερ. Μία παγίδα για τους ηθοποιούς του Μαξ Ράινχαρντ, όπως το έντονο φως για τις νυχτοπεταλούδες. Υπάρχει επίσης ένα τραπέζι στη σκηνοθεσία του Αντουάν για τη Γη του Ζολά. Ένα τραπέζι όπου τα σώματα των ηθοποιών, σώματα αγροτών στην προκειμένη περίπτωση, παραδίδονται από την εξάντληση. Τα έπιπλα του νατουραλιστικού θεάτρου ήταν πραγματικά, και υπήρχε πάντα στην σκηνή ένα πραγματικό τραπέζι και μια πραγματική καρέκλα. Αποτελούσαν τα «σημεία στίξης» αυτής της «νέας πραγματικότητας», και καθιστούσαν τα παλάτια του απώτερου παρελθόντος και τα αστικά σαλόνια του πρόσφατου παρωχημένα. Η «πραγματική» πραγματικότητα όμως ακολούθησε;

«Υπάκουσαν όλα», τελικά, όπως «έπρεπε»; Ο Μορίς Μέτερλινκ, ο Πολ Φορ και ο Ορελιέν Λινιέ-Πο, σίγουρα όχι. Ο κινηματογράφος έκανε επαρκώς αυτή τη δουλειά και έτσι ο αγώνας ενάντια στην αισθητική της μηχανικής αναπαραγωγής ήταν σίγουρα μια χαμένη μάχη. Οι συμβολιστές διακήρυτταν ότι η δράση έπρεπε να υποτάσσεται στην αφήγηση. Οι μύες έπρεπε να λιώνουν υπό το βάρος μιας μαγικής γοητείας. Οι ηθοποιοί καλούνταν έτσι να κινούνται αφύσικα αργά, τα σώματά τους εξαϋλώνονταν πίσω από πέπλα μουσελίνας. Οι αισθήσεις αναγκάστηκαν να συμπλεχθούν και να διαστρεβλωθούν. «Πάντοτε σφάλλουμε όταν δεν κλείνουμε τα μάτια» 3 δηλώνει ο Αρκέλ, πριν Μελισσάνθη κλείσει τα μάτια της οριστικά.

Ο Έντουαρντ Γκόρντον Κρέιγκ και ο Αντόλφ Άππια πίστευαν σε μια διάχυση μεταξύ αυτών των δύο πόλων. Μια ρωγμή στον τέταρτο τοίχο σκιάζει το ιμπρεσιονιστικό φως του Λινιέ-Πο πάνω στο πραγματικό τραπέζι του Αντουάν. Έστησα τις εκθέσεις με τη βοήθεια αυτού του αχνού φωτός. Ουσιαστικά, δεν τις έστησα αλλά προσπάθησα να τις σκηνοθετήσω. Ως επισκέπτες μιας έκθεσης, καλούμαστε να εισέλθουμε σε έναν χώρο, ενώ ως θεατές, αναγκαζόμαστε να διεισδύσουμε μέσα σε ένα θέατρο. Το βίωμα του χρόνου είναι θεμελιωδώς διαφορετικό σε αυτές τις δύο συνθήκες. Η απόσταση από το προσκήνιο ως την πρώτη σειρά μετατρέπει ένα γλυπτό σε σκηνογραφία, ένα αντικείμενο σε σκηνικό.

Φαντάστηκα αυτά τα διαφορετικά έργα σαν ηθοποιούς σε τρεις (ίσως τέσσερις) διαφορετικές σκηνές, σε δύο (ίσως τρεις) διαφορετικές παραδόσεις. Δεν επιζητώ τη θεατρικότητα. Ελπίζω να υπάρξει θέατρο. Η απόσταση θα τα μετατρέψει από γλυπτά σε πρόπς, από πίνακες σε σκηνικά. Έμαθα αυτό το παλιό κόλπο όταν, έφηβος ακόμα, ήμουν βοηθός σκηνογράφου σε ένα ανέβασμα του έργου Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας. Είχα αναλάβει να ζωγραφίσω έναν θρόνο και αφιέρωσα πολύ χρόνο σ’ αυτό. Ο μέντοράς μου μου είπε: «Κοίτα, σημασία έχουν οι κινήσεις και τα μάτια. Κάνε δύο βήματα πίσω, ρίξε λίγη μπογιά, κάνε άλλα δύο βήματα πίσω, μισόκλεισε τα μάτια σου και κοίταξέ το. Αυτό θα δει το κοινό.» Δε συμμεριζόταν, ασφαλώς, τη ρήση του Ζολά. Με δίδαξε, όπως κατάλαβα χρόνια μετά, τη δυνατότητα να διαστρέφω την πραγματικότητα με αυτή τη μικρή σύσπαση, αλλά κυρίως με δίδαξε πώς να παραχαράσσω την απόσταση ανάμεσα στο προσκήνιο και την πρώτη σειρά, με την ίδια σύσπαση. Έτσι μπορείς να επισκεφθείς την έκθεση. Μπορείς, επίσης, να προτρέψεις τους επισκέπτες στην γκαλερί να κάνουν το ίδιο: «Να μισοκλείσουν τα μάτια τους και να κοιτάξουν ξανά.»

Ανυπομονώ να σε δω σε λίγες μέρες.

Τα λέμε σύντομα,

Χριστόδουλος

//

Anafi, 5 July 2021

Dear Sylvia,

I arrived in the Cyclades last night but I haven’t yet found the courage to face the sea. I keep my windows shut, my shutters closed, and the curtains drawn. I am giving myself time before I take in the view. Enough time until I can gather my thoughts and deliver them to you. Then, only then, I plan to surrender to the salty waters of the Aegean. Get lost in the horizon. The horizon here is a flinching machine of tragic misreadings. The white veils will always remain folded. The recklessness of victory entails death.

Shall we try to dig deeper than the eye approves? If we do so, let’s not hesitate to give up meaning. Meaning has a tendency to reveal itself at the end, even against the eye’s incessant reflex to punish whatever diversifies. It is with this self-imposed capitulation that I am writing today, that I am asking you to read me. It is also with this capitulation that I brought together all the incongruous heteronomies in the two shows you asked me to produce, in the three I ended up producing.

I think of modern theatre as a dance towards emancipation around the unstable verticality of a trembling wall. It is this wall that I erected in Piraeus as the central response to your invitation, multiplying thus the two shows into three, moving the skin of the wall of 12 Bourdon Street to Piraeus. I am bringing to London marbles from Greece. Some Greek, some not. The circulation of marbles is after all an old, sick circuit of desire and extraction. I am also bringing the patinas of the walls from around my studio. They are not noble, not desired, just some finishing renderings whose techniques disappeared into the oblivion of vernacular architecture and the fast-changing aesthetics of the 90s. They have been hated so much that they deserve to be listed, and hated for so long that we had to study them with archeological attention in order to reinvent their methods.

So, there is the “4th Wall” that the naturalists erased, decisively, sometime around the turn of the 20th century. Diderot had defined it long before, 4 but it was André Antoine who first implemented it by rendering Zola’s dictum of “authenticity” into a dogma of scientific meticulousness. From that point onwards “everything had to obey.” 5

Zola was right; the realistic aesthetics of the Bourgeois theatre was pure ideology. He insisted that if you intend to be “authentic” you need to turn the stage into a fragment of reality, be done with the emphatic representation of it. This negotiation with the “authentic” did not exclude the bodies of the actors, who deserted the painted decors of bourgeois drama and moved enthusiastically into real environments. They turned their back to the audience; the stage was suddenly a vast space to be explored.

Reality then stopped being magnified; instead, it was recreated, transposed, replicated. I am thinking of that table that Munch designed for Ibsen’s Ghosts at Deutsches Theater. A trap for Reinhardt’s actors, as a bright light is for moths. There is also a table in Antoine’s staging of Zola’s La Terre. A table on which the bodies of his actors, agricultural workers in this instance, surrender from exhaustion. The furniture of the naturalistic theatre was real and there was always a table and a chair on stage. They constituted the punctuation of that “reality”, which rendered the palaces of the past and the bourgeois salons of the recent past obsolete all at once and once and for all. But did reality follow?

Did “everything obey” in the end? Maurice Maeterlinck, Paul Fort and Aurélien Lugné-Poë certainly didn’t. Cinema was doing the job, and fighting the aesthetics of mechanical reproduction was a losing battle. The symbolists thought that action ought to be eluded, surrendered to narration. The muscles had to melt into the weight of enchantment, actors were asked to move unnaturally slowly, their bodies were dissolving behind layers of muslin. The senses were forced to be complexified, tortured. “Unless we close our eyes we are always deceived” 6 declares Arkel before Mélisande closes her eyes once and for all.

Edward Gordon Craig and Adophe Appia thought that there was a contagion in all that. A crack in the 4th wall shading the impressionistic light of Lugné-Poë on Antoine’s real table. I installed the shows at Rodeo with the assistance of that frail light. As a matter of fact, I didn’t install it, but tried to direct it. As visitors to an exhibition we are invited to enter a space, as spectators we are forced to penetrate a theatre. The experience of time is fundamentally different across these two practices. The distance from the proscenium to the first row is what turns a sculpture into scenography, an object into a prop.

I imagined these different works as actors on three different stages in two (maybe three) different traditions. There is no theatricality, I hope there will be theatre. Distance will turn them from sculptures to props, from paintings to scenery. I learned that old trick when, as a teenager, I assisted a set designer in a staging of A Midsummer Night’s Dream. I was given the task of painting a throne and I was spending too much time on it. My mentor told me “Look, it is all about the gesture and the eye. Just take two steps back, throw some paint, take another two steps back, squeeze your eyes and look at it. This is what the public will see.” He was certainly not abiding by Zola’s dictum. He taught me, as I understood years later, about the possibility of perverting reality with that tiny contraction, but above all he taught me how to forge the distance between the proscenium and the first row with that same contraction. You may visit the show like this. You can also invite visitors to the gallery to do that as well: “squeeze their eyes and take a second look.”

I look forward to seeing you in a few days.

Until soon,

Christodoulos

  • 1 «Φανταστείτε έναν μεγάλο τοίχο στην άκρη της σκηνής, που σας χωρίζει από την πλατεία του θεάτρου. Να παίζετε σαν να μην έχει σηκωθεί ηαυλαία.» Ντιντερό, Ντενί, Λόγος για τη Δραματική Ποίηση, 1758, κεφ. 11.
  • 2 Ζολά, Εμίλ, Νατουραλισμός επί Σκηνής, 1881.
  • 3 Μέτερλινκ, Μορίς, Pelléas and Mélisande, 1839.
  • 4 “Imagine a great wall on the edge of the stage that separates you from the parterre. Act as if the curtain did not rise” «Imaginez sur le bord du théâtre un grand mur qui vous sépare du parterre ; jouez comme si la toile ne se levait pas. » Diderot, Denis, Discourse on Dramatic Poetry, 1758, chap. 11
  • 5 Zola, Emile, Naturalism on the Stage, 1881
  • 6 Maeterlinck, Maurice, Pelléas and Mélisande, 1839
Christodoulos Panayiotou, Awning, detail, aluminium frame, acrylic and plastic fabric, regulated hydraulic system, 200 x 100 x 80 cm (78 3/4 x 39 3/8 x 31 1/2 in), 2021

Christodoulos Panayiotou, Awning, detail, aluminium frame, acrylic and plastic fabric, regulated hydraulic system, 200 x 100 x 80 cm (78 3/4 x 39 3/8 x 31 1/2 in), 2021

Installation view, Christodoulos Panayiotou, January, February, May, June, July, August, September, October, December, Rodeo, Piraeus, 2021

Installation view, Christodoulos Panayiotou, January, February, May, June, July, August, September, October, December, Rodeo, Piraeus, 2021

Installation view, Christodoulos Panayiotou, January, February, May, June, July, August, September, October, December, Rodeo, Piraeus, 2021

Installation view, Christodoulos Panayiotou, January, February, May, June, July, August, September, October, December, Rodeo, Piraeus, 2021

Christodoulos Panayiotou, Untitled, detail, titanium grey marble table, 200 x 100 x 74.5 cm (78 3/4 x 39 3/8 x 29 3/8 in), 2021

Christodoulos Panayiotou, Untitled, detail, titanium grey marble table, 200 x 100 x 74.5 cm (78 3/4 x 39 3/8 x 29 3/8 in), 2021

Christodoulos Panayiotou, Awning, aluminium frame, acrylic and plastic fabric, regulated hydraulic system, 200 x 100 x 80 cm (78 3/4 x 39 3/8 x 31 1/2 in), 2021

Christodoulos Panayiotou, Awning, aluminium frame, acrylic and plastic fabric, regulated hydraulic system, 200 x 100 x 80 cm (78 3/4 x 39 3/8 x 31 1/2 in), 2021

Christodoulos Panayiotou, Untitled, acrylic paint and vermiculite on copper sheet, 111 x 100 x 1 cm (43 3/4 x 39 3/8 x 3/8 in), 2021

Christodoulos Panayiotou, Untitled, acrylic paint and vermiculite on copper sheet, 111 x 100 x 1 cm (43 3/4 x 39 3/8 x 3/8 in), 2021

Christodoulos Panayiotou, The Fourth Wall, styrofoam, fibreglass, quartz sand, cement, emulsion paint, wood glue and varnish, 345 x 615 x 5 cm (135 7/8 x 242 1/8 x 2 in), 2021

Christodoulos Panayiotou, The Fourth Wall, styrofoam, fibreglass, quartz sand, cement, emulsion paint, wood glue and varnish, 345 x 615 x 5 cm (135 7/8 x 242 1/8 x 2 in), 2021

Christodoulos Panayiotou, Untitled (Sagre), sagre acrylic finish, wall paint, foam board, mortar, wooden frame, 127.5 x 121.5 x 6 cm (50 1/4 x 47 7/8 x 2 3/8 in), 2021

Christodoulos Panayiotou, Untitled (Sagre), sagre acrylic finish, wall paint, foam board, mortar, wooden frame, 127.5 x 121.5 x 6 cm (50 1/4 x 47 7/8 x 2 3/8 in), 2021

Christodoulos Panayiotou, Untitled (Spritz), stucco plaster finish, wall paint, foam board, mortar, wooden frame, 127.5 x 121 x 6 cm (50 1/4 x 47 5/8 x 2 3/8 in), 2021

Christodoulos Panayiotou, Untitled (Spritz), stucco plaster finish, wall paint, foam board, mortar, wooden frame, 127.5 x 121 x 6 cm (50 1/4 x 47 5/8 x 2 3/8 in), 2021

Christodoulos Panayiotou, The Portrait of Christopher Atkins, inkjet print on 300 gsm Pura Smooth, wooden frame, UV glass, 47.5 x 59.5 cm (18 3/4 x 23 3/8 in), 2021

Christodoulos Panayiotou, The Portrait of Christopher Atkins, inkjet print on 300 gsm Pura Smooth, wooden frame, UV glass, 47.5 x 59.5 cm (18 3/4 x 23 3/8 in), 2021

Christodoulos Panayiotou, Untitled, sterling silver revetment, door, hinge, nails and gilded wooden panel, 170 x 120 cm (66 7/8 x 47 1/4 in), 2021

Christodoulos Panayiotou, Untitled, sterling silver revetment, door, hinge, nails and gilded wooden panel, 170 x 120 cm (66 7/8 x 47 1/4 in), 2021

Christodoulos Panayiotou, Horseweed, detail, sterling silver sculpture, approx. 130 x 25 x 25 cm (51 1/8 x 9 7/8 x 9 7/8 in), 2021

Christodoulos Panayiotou, Horseweed, detail, sterling silver sculpture, approx. 130 x 25 x 25 cm (51 1/8 x 9 7/8 x 9 7/8 in), 2021

Installation view, Christodoulos Panayiotou, January, February, May, June, July, August, September, October, December, Rodeo, Piraeus, 2021

Installation view, Christodoulos Panayiotou, January, February, May, June, July, August, September, October, December, Rodeo, Piraeus, 2021

Installation view, Christodoulos Panayiotou, January, February, May, June, July, August, September, October, December, Rodeo, Piraeus, 2021

Installation view, Christodoulos Panayiotou, January, February, May, June, July, August, September, October, December, Rodeo, Piraeus, 2021